Slideshow

17 Νοεμβρίου 2011

Η χρεωκοπία του 1932 και η σημερινή πραγματικότητα - Μέρος 4ο

Η νέα κυβέρνηση του Βενιζέλου και τα μέτρα για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας
Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Βενιζέλος ήταν να ψηφιστεί το νομοσχέδιο για την κοινωνική ασφάλιση, καθώς ενδιαφερόταν, πραγματικά, για την τύχη των πτωχότερων στρωμάτων του ελληνικού λαού, που ήδη πλήττονταν από τις δυσμενείς εξελίξεις στην οικονομία. … Στις 18 Ιουνίου και στις 2 Ιουλίου, στη Συνδιάσκεψη της Λοζάνης για τις επανορθώσεις και τα πολεμικά χρέη ο Μιχαλακόπουλος υποστήριξε τις θέσεις της Ελλάδας για τα χρέη και τις ανάγκες της. …Στις 30 Ιουνίου, μέσω του πρέσβη Χαράλαμπου Σιμόπουλου στην Ουάσιγκτον, ο Βενιζέλος ζήτησε από τον Υπουργό Οικονομικών της Αμερικής, Ogden L. Mills, και πέτυχε αναστολή πληρωμής δυόμισι χρόνια των ομολογιών που έληγαν την 1η Ιουλίου. Ακόμη, στις 15 Σεπτεμβρίου, ο Υπουργός Οικονομικών, Κ. Βαρβαρέσσος, ύστερα από διαπραγματεύσεις με τους ομολογιούχους που αντιπροσωπεύονταν από τη “League Loans Committee” στο Παρίσι πέτυχε μια συμφωνία που προέβλεπε:
α) Ετήσιο χρεοστάσιο για τα χρεολύσια έως την 1η Απριλίου 1933.
β) Πληρωμή του 30% των τόκων σε συνάλλαγμα για το έτος 1932-1933.
γ) Οι δεσμευμένες καταθέσεις στην Τ.τ.Ε. στο όνομα της ΔΟΕ θα δίδονταν στην ελληνική κυβέρνηση. Από αυτές πιθανόν το 35% θα πληρωνόταν στους ομολογιούχους το Νοέμβριο του 1932.
δ) Παραχωρούνταν στους ομολογιούχους όλοι οι ευμενείς όροι που τυχόν θα δίδονταν στους ομολογιούχους άλλων δανείων εσωτερικού ή εξωτερικού. Έτσι, στο εξωτερικό ήταν αρκετά ικανοποιημένοι, γιατί είχε βρεθεί ένα κοινό πεδίο συνεννόησης, ενώ στην Ελλάδα ο Τύπος αντιμετώπισε με ευνοϊκά σχόλια τη συμφωνία.
Στο εσωτερικό η νέα κυβέρνηση του Βενιζέλου προέβη στη θέσπιση σειράς μέτρων που έθεσαν τη βάση για την αναγέννηση της οικονομίας. Τα μέτρα αυτά ήταν:
α) Απαγόρευση της ελεύθερης μετατροπής της δραχμής σε χρυσό ή σε συνάλλαγμα. Παράλληλα, η δραχμή αποδεσμεύτηκε από το χρυσό, υποτιμήθηκε, και ως το Δεκέμβριο διατήρησε μόνο το 40% της ονομαστικής της αξίας. Έτσι, ενώ το Μάρτιο του 1932 ίσχυε η αναλογία 1 στερλίνα/293 δραχμές, έφτασε στις 609 δραχμές το Δεκέμβριο του 1932.
β) Το συνάλλαγμα χορηγούνταν μόνο από την Τ.τ.Ε. ….
γ) Επίσημα από την 1 Μαΐου ανεστάλη η πληρωμή τόκων των δανείων εσωτερικού και εξωτερικού. Επίσης, η πληρωμή των τόκων των δανείων του εσωτερικού μειώθηκε 25%.
δ) Όλες οι οφειλές που πληρώνονταν στην Ελλάδα σε Έλληνες ή ξένους κατοίκους θα μετατρέπονταν σε οφειλές δραχμών με βάση την τιμή 100 δραχμές=1 δολάριο (μάλιστα από το Δεκέμβριο του 1932 η ισοτιμία δραχμής/δολαρίου επιδεινώθηκε και έφτασε στο 184/1). …
ε) Με νόμο τα συνολικά τέλη επί των εισαγωγών αυξήθηκαν 70%-200%. …
στ) Για τις οφειλές που προέρχονταν από εμπορικές συναλλαγές πριν από την άρση της σταθεροποίησης θεσπίστηκε πενταετές χρεοστάσιο…
ζ) Στο εξής σχετικά με το εξωτερικό εμπόριο εφαρμόστηκε η μέθοδος του “clearing”. Δηλαδή οι διεθνείς εμπορικές ανταλλαγές στο εξής γίνονταν με εμπορικό συμψηφισμό σε είδος, καταργώντας επ’ αόριστον τις συνήθεις πληρωμές με συνάλλαγμα, αφού αυτό δεν ήταν διαθέσιμο. ….
Τα παραπάνω μέτρα δημιούργησαν ένα ισχυρό προστατευτικό πλέγμα γύρω από την αδύναμη και ουσιαστικά κατεστραμμένη οικονομία. Στο εξής, η ελληνική οικονομία θα προσπαθήσει να σταθεί μόνη της στα πόδια της και θα τα καταφέρει. Όχι, όμως, αμέσως. Τα μέτρα αυτά οδήγησαν στην άμεση και κατά 60% υποτίμηση της δραχμής ως προς τα ξένα νομίσματα. Στα ξένα χρηματιστήρια η δραχμή σημείωσε απότομη πτώση. Στις 5 Μαΐου 1932 η ισοτιμία Λίρας/Δραχμής ήταν 1/539 και τον Ιανουάριο του 1933 έφτασε το 1/628.
 Τα αποτελέσματα των οικονομικών μέτρων
Στο εσωτερικό η άσχημη κατάσταση του αγροτικού κόσμου ήταν ορατή ακόμα και πριν την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης. …Ένας λόγος αυτής της πτώσης θα μπορούσε να καταλογισθεί στο γεγονός ότι η γεωργία είχε μεγάλη εξάρτηση από τα καιρικά φαινόμενα. Μια άλλη μεταβλητή ήταν η συγκυριακή πτώση των τιμών των γεωργικών προϊόντων. … Τελικά, μόνο τα μέτρα που ελήφθησαν μετά το 1932 είχαν σοβαρά αποτελέσματα.
Θεωρώντας ως βάση το 1929=100, τα καλλιεργούμενα στρέμματα ανά αγρότη ήταν την περίοδο 1919-1926 στο 100 (κατά μέσο όρο 4,44 στρέμματα ανά αγρότη), την περίοδο 1927-1930 στο 104 (4,60 στρέμματα), την περίοδο 1931-1934 στο 124 (5,52 στρέμματα) και την περίοδο 1935-1938 στο 137 (6,09 στρέμματα). Δεν είναι τυχαίο ότι μέχρι το 1937 παρατηρείται μέση αύξηση 36,5% στην καλλιεργούμενη επιφάνεια των κυριότερων ειδών. … Στην αύξηση της καλλιεργητικής γης αναμφίβολα συνέβαλαν και τα έργα της κυβέρνησης Βενιζέλου. Μετά το 1932, είχαν παραδοθεί στους αγρότες της Βόρειας Ελλάδας τουλάχιστον 400.000 επιπλέον στρέμματα και αναμενόταν μέχρι το 1940 να φτάσουν περίπου τα 2,76 εκατομμύρια στρέμματα. Ειδικά, στη Μακεδονία και στη Θράκη μέχρι το 1937, οι περιοχές που καλλιεργούνταν με σιτηρά παρουσιάζουν αύξηση 70% σε σχέση μετά τα έτη ως το 1932 και η απόδοση των εδαφών παρουσιάζει αύξηση μέχρι και 35%, ενώ η συνολική παραγωγή δημητριακών την περίοδο 1930-1934 τριπλασιάστηκε σ’ αυτές τις περιοχές.
Αλλά γενικά και ο όγκος της παραγωγής αυξήθηκε. …Η κάλυψη της εγχώριας αγοράς με γεωργικά προϊόντα από την ελληνική γεωργία το 1928 ήταν στο 40% και μέχρι το 1931 είχε πέσει στο 26%, πράγμα που σημαίνει ότι η ελληνική αγορά ουσιαστικά εφοδιαζόταν με αγροτικά προϊόντα από το εξωτερικό. Αντίθετα, από το 1932 και μετά, η κάλυψη της εγχώριας αγοράς από ελληνικά γεωργικά προϊόντα ανακάμπτει και φτάνει το 32% το 1932, το 63 % το 1933, το 73% το 1934 και το 78% το 1935.
Ένα “θετικό” στοιχείο που προέκυψε από την κρίση ήταν το γεγονός της βελτίωσης του εμπορικού ισοζυγίου. Οι τιμές στα ξένα προϊόντα τετραπλασιάστηκαν και έτσι η αγορά απομακρύνθηκε από αυτά και στράφηκε στα εγχώρια, που οι τιμές τους αυξήθηκαν μόνο 14%. … Ο σταθμικός δείκτης του όγκου των εισαγωγών με βάση το 1928=100, είχε φτάσει το 1931 στο 107,4. Από το 1932 και μετά συνέχισε την κατακόρυφη πτώση του. Έτσι, το 1932 ήταν 98,9, το 1933 στο 79,6 και το 1935 έφτασε πάλι στα επίπεδα του 1928. Ο αντίστοιχος δείκτης των εξαγωγών ήταν στο 89 το 1931 και στο 76,9 το 1932. Αλλά μετά άρχισε ν’ ανεβαίνει. Το 1933 έφτασε στα επίπεδα του 1928, το 1934 στο 116,6 και το 1935 στο 129,8. ….
Στη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου βοήθησε σημαντικά η εφαρμογή της μεθόδου του “clearing”. … Οι εξαγωγές της Ελλάδας αποδεσμεύτηκαν από τις αγορές της Γαλλίας και της Αγγλίας και στράφηκαν σε χώρες με προβλήματα παρόμοια με τα ελληνικά, δηλαδή προς την Αυστρία, τη Γαλλία, τη Γιουγκοσλαβία, την Τσεχοσλοβακία, την Αργεντινή, την Περσία, τη Σουηδία, την Ουγγαρία, την Αλβανία και τη Γερμανία. …. Τέλος, η κυβέρνηση αύξησε τα τέλη επί των εισαγωγών έως 200%, σε ορισμένες περιπτώσεις, τέθηκαν ποσοτικοί περιορισμοί στις εισαγωγές κι έτσι αυτές μειώθηκαν μέχρι 60% ως προς το ποσοστό των εισαγωγών σε σχέση με το 1931. Αυτό είχε αποτέλεσμα την εξοικονόμηση 7 εκατομμυρίων λιρών, δηλαδή το 30% της αξίας των εισαγωγών του 1931.
Η βιομηχανία την πρώτη τριακονταετία του αιώνα δεν έπαιζε σημαντικό ρόλο στην οικονομία, τουλάχιστον όσο η γεωργία. Μάλιστα, την περίοδο που εξετάζουμε παρατηρείται το εξής φαινόμενο: γενικά, η δυναμικότητα της ελληνικής βιομηχανίας ήταν αρκετά καλή και με τη βοήθεια και κάποιων άλλων παραγόντων δεν επηρεάστηκε σοβαρά από την κρίση. …. Έτσι, ενώ το 1928 από τα βιομηχανικά προϊόντα που καταναλώνονταν στην Ελλάδα, το 59% παραγόταν από τις εγχώριες βιομηχανίες, το αντίστοιχο ποσοστό για το 1933 ανήλθε στο 76%. Επίσης, ο Βενιζέλος προώθησε την ανάπτυξη της βιομηχανίας με τη μείωση της φορολογίας των Ανωνύμων Εταιρειών, μέτρο που έδωσε πνοή ζωής στην εγχώρια βιομηχανία. Παρά ταύτα, η κρίση του 1932, σαφώς επηρέασε και την ελληνική βιομηχανία. Όμως, δεν εκδηλώθηκε το ίδιο άμεσα σε όλους τους κλάδους της βιομηχανίας. …
Ως προς τις εξελίξεις στην καθημερινή ζωή των πολιτών μετά την πτώχευση, ο γενικός δείκτης των χονδρικών τιμών (με βάση το 1928=100), αυξήθηκε το 1932 στο 103, το 1933 στο 116 και το 1934 στο 114. Πιο ειδικά, ο δείκτης χονδρικών τιμών των γεωργικών προϊόντων το 1932 ήταν στο 91, το 1933 στο 97 και το 1934 στο 101. Αυτός των ζωικών προϊόντων το 1932 ήταν στο 111, το 1933 στο 122 και το 1934 στο 124. Αυτός των βιομηχανικών το 1932 ήταν στο 108, το 1933 στο 128 και το 1934 στο 124. Επίσης, ο δείκτης των εγχωρίων προϊόντων ήταν το 1932 στο 95, το 1933 στο 106 και το 1934 στο 105. Ο δείκτης των εισαγόμενων προϊόντων το 1932 ήταν στο 108, το 1933 στο 124 και το 1934 στο 121.
Η αύξηση της ανεργίας ήταν επίσης φανερή στην Ελλάδα. Το 1932, ήταν στις 237.000 άτομα (από 218.000 το 1931), ενώ το 1933 έπεσε στις 156.000 άτομα και στις 150.000 το 1935. Γενικά η απασχόληση στη βιομηχανία αυξήθηκε το 1933 κατά 8,76%, το 1934 κατά 0,63% και το 1935 κατά 5,06%. Την ίδια περίοδο (1932-1935), οι μισθοί είχαν αρχίσει να ανακάμπτουν. Το ανδρικό ημερομίσθιο και το εργατικό ημερομίσθιο παρουσιάζουν μέση αύξηση 14,5%-16,2%, ενώ το αντίστοιχο γυναικείο αύξηση 26%-47,3%. Αλλά και το κόστος ζωής αυξήθηκε ελαφρά. Την περίοδο 1932-1935, ο γενικός τιμάριθμος κόστους ζωής παρουσίασε αύξηση 14,73% ….
Πάντως, όπως και να έχει το πράγμα, σε γενικές γραμμές φαίνεται ότι η συντετριμμένη ελληνική οικονομία είχε αρχίσει ν’ ανακάμπτει αργά, αλλά σταθερά ήδη από το 1933. Απ’ αυτή τη χρονιά η οικονομική δραστηριότητα παρουσίασε αύξηση 6%, το 1934 αύξηση 4,74% και το 1935 αύξηση 13,5%. Επίσης, τα κεφάλαια άρχισαν να επιστρέφουν στην Ελλάδα, σε σημείο που το αποθεματικό της Τ.τ.Ε. από 7,6 εκατομμύρια δολάρια το 1932, έφτασε το 1934 στα 44,7 εκατομμύρια δολάρια. …. Αποτέλεσμα, ήταν και η αύξηση και της νομισματικής κυκλοφορίας και από 4 δισεκατομμύρια δραχμές το 1931 έφτασε στα 9,4 δισεκατομμύρια το 1939.

Πηγή: thanoskondylis.wordpress.com

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου